ΑΠΟΨΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ

Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος: Ο ηγέτης πέρα από το μύθο

Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος: Ο ηγέτης πέρα από το μύθο
Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος: Ο ηγέτης πέρα από το μύθο

Το έτος 1453, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αποτελούσε στην ουσία ένα φάντασμα του ένδοξου παρελθόντος της. Τα εδάφη που είχαν, πλέον, απομείνει ήταν η Κωνσταντινούπολη με τα όμορα εδάφη, το Δεσποτάτο του Μοριά (το οποίο, όμως, πλήρωνε φόρο υποτέλειας στο Σουλτάνο) και η Τραπεζούντα στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Η ίδια και χειρότερη κατάσταση επικρατούσε στα οικονομικά, καθώς τα βασιλικά θησαυροφυλάκια ήταν άδεια και η βασιλική περιουσία είχε πουληθεί ή αντικατασταθεί από φτηνά αντίγραφα, ενώ σε ελάχιστες εκκλησίες υπήρχαν πια πολύτιμα αντικείμενα. Η δε πρωτεύουσα ήταν αραιοκατοικημένη, με τους άλλοτε εξέχοντες κατοίκους της να κυκλοφορούν τώρα φτωχοί και απελπισμένοι. Στον στρατιωτικό τομέα, η συρρικνωμένη και ουσιαστικά χρεοκοπημένη αυτοκρατορία μετά βίας κατάφερνε να συντηρεί τα δικά της στρατεύματα, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και αρκετοί μισθοφόροι.

      Ηγέτης σε αυτό το θλιβερό απομεινάρι της αλλοτινής δόξας έλαχε να είναι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος. Εχοντας συμβασιλεύσει μαζί με τον αδερφό του Θωμά στο Δεσποτάτο του Μοριά, κλήθηκε το 1449 να αναλάβει τα ηνία της Βασιλεύουσας. Παρά την τραγική κατάσταση που επικρατούσε σε όλους τους τομείς, ο νέος αυτοκράτορας κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα να κερδίσει το σεβασμό των υπηκόων του, χάρη στην ακεραιότητα και την ηπιότητα του χαρακτήρα του. Παρ’ όλα αυτά, δεν κατάφερε να αποτρέψει την Άλωση της Πόλης και την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Τους αιώνες που ακολούθησαν, πολλοί μύθοι και λαϊκές παραδόσεις αναπτύχθηκαν σχετικά με το τέλος που είχε ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Ο πιο διαδεδομένος από αυτούς ήταν ο μύθος του μαρμαρωμένου βασιλιά, σύμφωνα με τον οποίο ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν έχει πεθάνει αλλά ένας άγγελος τον έσωσε την τελευταία στιγμή και τον μετέτρεψε σε μαρμάρινο άγαλμα, το οποίο μια μέρα θα ξαναζωντανέψει και θα διαφεντέψει ξανά το λαό του. Οι μύθοι αυτοί της αιώνιας ελπίδας και της παλλιγενεσίας που αναπόφευκτα θα ερχόνταν κάποια στιγμή, αποτέλεσαν ισχυρό στήριγμα για τους Έλληνες καθ’όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Πέρα, όμως, από το μύθο, έχει ιδαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσουμε ποιες ήταν οι στρατηγικές κινήσεις που έκανε ο αυτοκράτορας προκειμένου να αποφευχθεί η επερχόμενη πτώση της Πόλης.

      Το σημαντικότερο ίσως στρατήγημά του ήταν η απόπειρα του να επιλύσει το διχαστικό ζήτημα της ένωσης της Ορθόδοξης με την Καθολική Εκκλησία. Το σχίσμα ανάμεσα στις δύο εκκλησίες, το οποίο συνεχίζονταν για αιώνες, αφορούσε αφενός σε θέματα καθαρά δογματικά και αφετέρου σε θέματα εξουσίας. Στα πρώτα, το βασικό σημείο της έριδος ήταν το εάν το Άγιο Πνεύμα εκπορεύονταν μόνο από τον Πατέρα ή από τον Πατέρα και τον Υιό. Στη δεύτερη κατηγορία, το σημαντικότερο ζήτημα ήταν εάν ο Ορθόδοξος Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης θα υπαγόταν ή όχι στην εξουσία του Πάπα της Ρώμης. Ο Κωνσταντίνος, για να λάβει τη στρατιωτική βοήθεια των καθολικών δυνάμεων και να σώσει την αυτοκρατορία την ύστατη στιγμή, ήταν διατεθιμένος να παραμερίσει όλα τα διχαστικά ζητήματα. Έτσι, μετά από έκκληση που απηύθυνε στον Πάπα για βοήθεια, υποδέχθηκε, το Νοέμβριο του 1452, τον παπικό απεσταλμένο καρδινάλιο Ισίδωρου του Κιέβου, προκειμένου να επικυρώσουν την ένωση των Εκκλησιών. Σε μια επίσημη τελετή στην Αγιά Σοφιά, ο καρδινάλιος Ισίδωρος διάβασε τη διακήρυξη της ένωσης και κατόπιν τέλεσε την ενωτική λειτουργία, αναφέροντας και το όνομα του Πάπα. Αλλά η ιστορική αυτή τελετή δεν κατέληξε πουθενά, καθώς αφενός οι Βυζαντινοί διχάστηκαν ακόμα περισσότερο σε ενωτικούς και ανθενωτικούς και αφετέρου, ούτε ο Πάπας αλλά ούτε και οι λοιπές καθολικές δυνάμεις απέστειλαν την βοήθεια που είχαν υποσχεθεί.

      Η δεύτερη ενέργεια του αυτοκράτορα είχε να κάνει με την όσο το δυνατό καλύτερη θωράκιση της Πόλης για την αντιμετώπιση της επερχόμενης πολιορκίας. Αρχικά, συγκέντρωσε μέσα στην Πόλη τους κατοίκους των γύρω περιοχών με τις προμήθειές τους. Στη συνέχεια, απέστειλε τους αξιωματούχους του στα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, με σκοπό να συγκεντρώσουν και να μεταφέρουν στην πρωτεύουσα όσο το δυνατόν περισσότερα αγαθά. Επίσης, όσα εκκλησιαστικά σκεύη είχαν απομείνει, έγιναν νομίσματα για να πληρωθεί το στράτευμα. Τέλος, επιδιορθώθηκαν όσο καλύτερα γίνονταν τα τείχη και κλείστηκε η βόρεια πλευρά του Κεράτιου Κόλπου με φράγμα από κορμούς δέντρων (από τη νότια πλευρά ήταν ήδη κλεισμένος με μια τεράστια αλυσίδα).

Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος: Ο ηγέτης πέρα από το μύθο
Η Κωνσταντινούπολη κατά την Άλωση
Πηγή: Britannica

Στις αρχές Απρίλη του 1453, ένα τεράστιο οθωμανικό ασκέρι υπό την καθοδήγηση του σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ παρατάχθηκε απέναντι από τα τείχη της Βασιλεύουσας. Σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς αριθμούσε διακόσιες χιλιάδες στρατιώτες, οι οποίοι συνεπικουρούνταν από το πανίσχυρο οθωμανικό πυροβολικό, που διέθετε δέκα χιλιάδες πυροβόλα. Μεταξύ αυτών και η τεράστια «βομβάρδα» που κατασκεύασε ο φημισμένος Ούγγρος οπλοποιός Ουρβανός, η οποία είχε τεράστιες καταστροφικές δυνατότητες για την εποχή εκείνη. Ο σουλτάνος είχε ακόμη στη διάθεσή του και διακόσια πενήντα πλοία, που είχαν προηγουμένως επιβάλλει πλήρη ναυτικό αποκλεισμό στην πρωτεύουσα.

      Απέναντι σε αυτή τη τρομακτική σε όγκο δύναμη, οι Βυζαντινοί παρέτασσαν μετά βίας εννιά χιλιάδες στρατιώτες (έξι χιλιάδες Έλληνες και τρεις χιλιάδες ξένους: Βενετούς, Γενοβέζους κ.α). Οι περισσότεροι από τους Έλληνες ήταν απλοί πολίτες στους οποίους δόθηκαν όπλα, με σκοπό να τα χρησιμοποιήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν. Πέρα από το τεράστιο αριθμητικό μειονέκτημα, οι αμυνόμενοι υστερούσαν τραγικά και σε όπλα και πυρομαχικά, ενώ και τα περίφημα Θεοδοσιανά Τείχη, που επί αιώνες είχαν κρατήσει ανέπαφη την Πόλη, ήταν τώρα σε κακή κατάσταση εξαιτίας των συνεχών επιδρομών.

      Με αυτά τα δεδομένα ξεκίνησε η πολιορκία. Σύμφωνα με τις πηγές, πρώτοι επιτίθονταν οι στρατολογημένοι με τη βία (χριστιανοί κατά κύριο λόγο), ακολουθούσε ο τακτικός στρατός και κατόπιν το επίλεκτο σώμα των Γενίτσαρων. Ωστοσο, η διαφαινόμενη εύκολη αποστολή των επιτιθέμενων, μόνο ως τέτοια δεν αποδείχτηκε. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, χάρη στις ενέργειες και την εν γένει ηγετική του φυσιογνωμία, κατάφερε από την πρώτη στιγμή της πολιορκίας να εμπνεύσει πνεύμα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας στους λιγοστούς υπερασπιστές της Πόλης. Επί δύο σχεδόν μήνες, οι σφοδρές και κατά κύματα επιθέσεις καθώς και οι ασταμάτητοι κανονιοβολισμοί, αποκρούονταν επιτυχώς από τους Βυζαντινούς. Ήταν τόσο σθεναρή η αντίσταση που προέβαλαν, γι’αυτό το χρονικό διάστημα και υπό αυτές τις συνθήκες, που ανάγκασαν τον Μωάμεθ να συγκαλέσει τετραήμερο πολεμικό συμβούλιο, με θέμα τη συνέχιση ή όχι της πολιορκίας. Δυστυχώς, η εισήγηση του μεγάλου βεζίρη Χαλίλ περί λύσης της πολιορκίας δεν εισακούστηκε, καθώς ο σουλτάνος αποφάσισε τη συνέχισή της για το λόγο κυρίως ότι το μεγαλύτερο μέρος των τειχών είχε καταστραφεί.

      Η συνέχεια είναι σε όλους μας γνωστή. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι ο σουλτάνος είχε προηγουμένως κάνει πρόταση ειρήνης-παράδοσης της Πόλης, με όρους ευνοϊκούς για τον αυτοκράτορα και τους ανώτερους αξιωματούχους. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η πρόταση ήταν απλώς ένα τέχνασμα του Μωάμεθ, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά ότι ο Κωνσταντίνος θα τη απέρριπτε. Η πραγματική πρόθεση του σουλτάνου ήταν να λάβει τη «θεϊκή» έγκριση-νομιμοποίηση, αφού σύμφωνα με το Κοράνι, ένας πόλεμος είναι δίκαιος μόνο αν πρώτα έχει γίνει πρόταση ειρήνης και έχει απορριφθεί. Όπως και να έχει, η απάντηση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου δεν άφηνε περιθώρια για παρερμηνείες: «το δε την πόλιν σοι δούναι, ουτ’εμόν εστίν, ουτ’άλλου των κατοικούντων εν ταύτη, κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».[1]


[1] « Το να σου παραδώσω την Πόλη, δεν είναι δικό μου δικαίωμα, ούτε κανενός άλλου από τους κατοικούντες σε αυτή, κοινή μας γνώμη είναι όλοι αυτοπροαιρέτως να πεθάνουμε και δε λυπόμαστε τη ζωήμας».

Σχολιάστε το άρθρο

Γράψτε εδώ το σχόλιο σας